Ο όρος υγιής γήρανση εμφανίζεται το 1953 και περιγράφει την επιτυχή γήρανση ιδανική κατάσταση μέσα στην οποία οι άνθρωποι επιβιώνουν σε προχωρημένη ηλικία με διατηρημένη τη ζωτικότητα και λειτουργική τους ανεξαρτησία ενώ η νοσηρότητα και αναπηρία είναι συμπιεσμένες σε μια σχετικά μικρή περίοδο πριν από το θάνατο.
Σε αυτή τη διαδικασία μπορούν να αναγνωριστούν δυο στάδια: μια σχετικά μακρά περίοδο μερικών δεκαετιών μέσα στην οποία η κατάσταση της υγείας σιγά - και σε ένα περιορισμένο βαθμό - επιδεινώνεται ως αποτέλεσμα της φυσιολογική διαδικασίας γήρανσης και μια μικρή περίοδο, το πολύ μερικών χρόνων πριν το θάνατο, με μια επιταχυνόμενη κατάρρευση της κατάστασης υγείας κυρίως ως αποτέλεσμα προοδευτικής ασθένειας ή καταστροφικών γεγονότων.
Τα τελευταία χρόνια μία σειρά όρων που συνδέονται με την υγεία στην τρίτη ηλικία εμφανίζονται τόσο στα ερευνητικά πρωτοκόλλα όσο και στα έγγραφα που αφορούν την πολιτική. Οι όροι αυτοί αναφέρονται ως υγιής γήρανση, επιτυχής γήρανση και ενεργητική γήρανση.
Η Comisssion εξάλλου όρισε τον δείκτη υγιούς ζωής για να είναι σε θέση να υπολογίζει των αριθμό των ετών που τα άτομα μιας συγκεκριμένης ηλικίας προσμένουν να ζήσουν χωρίς την ύπαρξη ασθένειας.
Ο Π.Ο.Υ ορίζει την προσέγγιση της υγιούς γήρανσης ως εκείνη που λαμβάνει υπόψη της την ικανότητα των ανθρώπων όλων των ηλικιών να ζουν με υγεία ασφάλεια και με ένα τρόπο ζωής που δεν θα τους οδηγεί στον κοινωνικό αποκλεισμό.
Αναγνωρίζει τους παράγοντες πέρα από την υγεία και την κοινωνική φροντίδα που επηρεάζουν την υγεία και την ευζωία καθώς και την συνεισφορά όλων των παραγόντων στην υγεία. Ενσωματώνει μια προσέγγιση αντιμετώπισης της εξέλιξης της ζωής που αναγνωρίζει τον ρόλο που παίζουν οι εμπειρίες των ανθρώπων σε νεότερες ηλικίες στον τρόπο με τον οποίο γερνά.
Η προσέγγιση αλλάζει την στρατηγική από το μοντέλο προσέγγισης που βασίζεται στις ανάγκες το οποίο παραδοσιακά ακολουθούσαν οι κοινωνικές και προνοιακές υπηρεσίες και απευθυνόταν σε παθητικούς αποδέκτες των υπηρεσιών σε μία προσέγγιση που επικεντρώνεται στα δικαιώματα και αναγνωρίζει το δικαίωμα των ανθρώπων στη ισότητα των ευκαιριών και περίθαλψη των ανθρώπων σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής ανεξαρτήτως ηλικίας. Ενθαρρύνει μία θετική αντιμετώπιση της ζωής σε όλη της την διάρκεια και αναζητά την κατάρριψη των στερεοτύπων και την αλλαγή των στάσεων για την γήρανση, προωθώντας την κατανόηση μεταξύ των γενεών. (AGE, 2007α).
Εξάλλου η Ε.Ε. ορίζει την υγιή γήρανση ως την διαδικασία της μεγιστοποίησης των ευκαιριών για φυσική, κοινωνική και νοητική υγεία ώστε να δίνει την ευκαιρία στους ηλικιωμένους να έχουν ενεργό ρόλο στην κοινωνία χωρίς διακρίσεις και να απολαμβάνουν μια ανεξάρτητη και καλής ποιότητας ζωή (AGE και συν., 2007).
Τέλος, ταυτόσημη εμφανίζεται να είναι και η έννοια της επιτυχούς γήρανσης που αναφέρεται στην διατήρηση της ανεξαρτησίας, την κοινωνική συμμετοχή, την ανάπτυξη, τον έλεγχο της προσωπικής ζωής, τη λειτουργικότητα των κοινωνικών ρόλων, τη γνωστική ικανότητα, την προσαρμοστικότητα, το ηθικό, την ευημερία και την ικανοποίηση από τη ζωή (Walker, 2005).
1. Κριτήρια και δείκτες υγιούς γήρανσης
Στις προσπάθειες εντοπισμού των παραγόντων που συντελούν στο επιθυμητό αποτέλεσμα της υγιούς-επιτυχούς γήρανσης έρχονται να απαντήσουν οι διαμορφωμένοι δείκτες-κριτήρια υγιούς γήρανσης. Πιο συγκεκριμένα αυτοί περιλαμβάνουν: α) τη διάρκεια του προσδόκιμου ζωής, β) τη βιολογική υγεία, γ) τη ψυχική υγεία (εδώ αναφερόμαστε στην απουσία ασθενειών, δραστηριότητα, ψυχική ευφορία. Η ψυχική υγεία ταυτίζεται με τη δραστηριότητα γιατί οι δραστηριότητες αναδεικνύουν τις φυσικές, νοητικές, λειτουργικές ικανότητες, ενώ ταυτόχρονα αποτελεί προϋπόθεση για την ποιότητα ζωής και δεν ταυτίζεται με την ποιότητα ζωής), δ) τη γνωστική λειτουργία (που σημαίνει αποτελεσματική αξιοποίηση της μνήμης, της σκέψης, της χρήσης της γλώσσας, της αντίληψης του χώρου και του χρόνου, τη δραστηριότητα σε καθημερινές εργασίες), ε) την κοινωνική ικανότητα (που εστιάζει στην ικανότητα του ηλικιωμένου να αναπτύσσει υγιείς κοινωνικές σχέσεις), στ) την παραγωγικότητα (δηλαδή, την ικανότητα του ατόμου να παράγει δημιουργικό έργο που δεν σχετίζεται με την οικονομική χροιά του όρου, π.χ. έφτιαξε τον κήπο), ζ) τον προσωπικό έλεγχο (που αναφέρεται σε γεγονότα όπως ότι ο ηλικιωμένος ντύνεται, βγαίνει έξω, κάνει σπορ, δηλαδή έχει τον έλεγχο της καθημερινής λειτουργικότητας και δράσης) και, η) στην ικανοποίηση από τη ζωή (που εστιάζει στην ικανότητα κάποιου να νιώθει ικανοποίηση και προσωπική ευφορία όταν κάνει αποτίμηση της ζωής του) (Lemme, 1995).
2. Ποιότητα ζωής στην τρίτη ηλικία
Η ποιότητα ζωής είναι μια πιο ευρεία έννοια που προέρχεται από μια ποικιλία επιστημονικών οπτικών, κυρίως κοινωνιολογικών, βιο-ιατρικών, ψυχολογικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών. Η ποιότητα ζωής πρέπει να θεωρείται ως μια δυναμική, πολυπρόσωπη και πολύπλοκη ιδέα η οποία πρέπει να αντικατοπτρίζει την αλληλεπίδραση αντικειμενικών, υποκειμενικών, μακρο-, μικρο–, θετικών και αρνητικών επιδράσεων. Είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης διαφορετικών παραγόντων στη διάρκεια της ζωής. Δεν αποτελεί μονάχα ζήτημα προσωπικών και ψυχολογικών δυνατοτήτων αλλά αναφέρεται στο εύρος για δράση του κάθε ατόμου, τους ποικίλους περιορισμούς και ευκαιρίες στις διαφορετικές κοινωνίες και ομάδες.
Κάποιοι από τους παράγοντες που ρυθμίζουν την ποιότητα ζωής είναι όμοιοι με αυτούς για άλλες ηλικιακές ομάδες. Αυτοί συμπυκνώνονται σε τρεις λέξεις: κινητικότητα, περιβάλλον, τεχνολογία. (Walker, 2005, Motel-Klingebiel, 2004)
Ιδιαίτερη σημασία στην αξιολόγηση της ποιότητας ζωής έχουν οι υποκειμενικές αξιολογήσεις της ευημερίας και της υγείας που παρουσιάζονται πιο ισχυρές από τους αντικειμενικούς οικονομικούς και κοινωνικο-δημογραφικούς παράγοντες. Είναι ενδιαφέρουσα η διαπίστωση ότι δεν είναι οι περιστάσεις ζωής καθ' εαυτές που είναι πολύ σημαντικές, αλλά περισσότερο ο βαθμός επιλογής ή ελέγχου που μπορεί να επιτευχθεί πάνω τους από τους ηλικιωμένους (Walker, 2005, Motel-Klingebiel, 2004).
Οι ηλικιωμένοι έρχονται πολύ συχνά αντιμέτωποι με σημαντικές προκλήσεις που καθορίζουν την ποιότητα ζωής τους όπως η αναπηρία, η διατήρηση της αυτονομίας τους, η μεταβολή των συνθηκών ζωής (AGE και συν., 2007).
3. Ηλικιωμένοι και δραστηριότητα
Οι άνθρωποι είναι γενετικά φτιαγμένοι έτσι ώστε να παραμένουν δραστήριοι σε όλη τους τη ζωή. Η έρευνα έδειξε ότι σε χώρες που υπάρχει υψηλός βαθμός δραστηριοποίησης στη μέση και τρίτη ηλικία υπάρχει μικρός αριθμός πασχόντων από Alzheimer (Friedland και συν. 2006). Παρόλο που η νεότητα χαρακτηρίζεται από τη διαρκή δημιουργία και διατήρηση των συνάψεων του εγκεφάλου, η νευρωνική ενεργοποίηση στους ηλικιωμένους μπορεί να δώσει σημαντικά οφέλη στην παραγωγή μεμβράνης και την παραγωγή β-αμυλοειδούς.
Παλαιότερα, είχαμε αποδεχτεί τη θεωρία της απόσυρσης (disengagement) που αντικαταστάθηκε από την επιλογή και την αναπλήρωση δραστηριοτήτων με άλλες. Μέσα από τις δραστηριότητες οι άνθρωποι οργανώνουν το χρόνο τους και συνδέονται με το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Μια κατηγοριοποίηση των δραστηριοτήτων θα μπορούσε σύμφωνα με τον Kelly να είναι: απαιτητικές, χαλαρωτικές, φυσικές, νοητικές, συνηθισμένες, σπάνιες-εξαιρετικές. Σύμφωνα με τον Kelly δεν υπάρχουν ειδικές δραστηριότητες για ηλικιωμένους αλλά ηλικιωμένοι επιλέγουν αυτές που τους ικανοποιούν.
Η δραστηριοποίηση του ηλικιωμένου συνδέεται με την υγεία και την ευημερία του. Ακόμη, η διατήρηση της γνωστικής λειτουργίας μέσα από δραστηριότητες όπως κουίζ, παζλ μπορεί να βοηθήσει το άτομο να αποτρέψει την απώλεια δεξιοτήτων. Εκτός αυτού, η αλληλεπίδραση με τους συμμετέχοντες και τους συντονιστές σε ομάδες αποτρέπει τη μοναξιά και δημιουργεί μια ζεστή κοινωνική ατμόσφαιρα (Tse, 2005). Η καλή υγεία συνδέεται επίσης με υψηλότερη πνευματική δραστηριότητα.
4. Προώθηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής
Ο υγιεινός τρόπος ζωής όπως παρουσιάζεται από τον Walter και τους συνεργάτες του (1999) συνδέεται με: α) χρήση ή μη φαρμακευτικών σκευασμάτων, β) το κάπνισμα, γ) τη χρήση αλκοόλ και, δ) τις διατροφικές συνήθειες.
Βελτιώσεις στις συνήθειες ή τις συνθήκες που αναδεικνύουν τους υγιεινούς τρόπους ζωής, μπορούν να κατευθυνθούν στο γενικό πληθυσμό ή σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες. Γενικά μια αλλαγή προς έναν υγιεινό τρόπο ζωής είναι περισσότερο αποτελεσματική για την αντιμετώπιση των ασθενειών και της αναπηρίας όταν γίνεται νωρίς στη ζωή και συνεχίζεται στις μεγάλες ηλικίες. Αυτό δεν σημαίνει ότι και οι αλλαγές προς ένα περισσότερο υγιεινό τρόπο ζωής σε μεγαλύτερες ηλικίες δεν είναι επίσης αποδοτικές (Haveman-Nies και συν. 2003).
5. Ψυχική και πνευματική υγεία
Στους ηλικιωμένους μπορούν να παρουσιαστούν διάφορες ψυχολογικές διαταραχές οι οποίες συχνά είναι συμπτώματα άλλων σωματικών ασθενειών. Όταν μελετά κανείς θέματα που αφορούν την πνευματική και ψυχική υγεία κατανοεί εύκολα ότι πρέπει να λαμβάνει υπόψη του μια σειρά παραγόντων που τις διασφαλίζουν ή τις επηρεάζουν. Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να είναι περιβαλλοντικοί, ψυχολογικοί, κοινωνικοί, όπως η γνωστική έκπτωση και η κατάθλιψη εξετάζοντας παράλληλα και τις παραμέτρους που τα επηρεάζουν όπως ο κοινωνικός αποκλεισμός και η απομόνωση.
Πέντε βασικά στερεότυπα που επικρατούν για τους ηλικιωμένους
i. Οι ηλικιωμένοι είναι γενικά αδύναμοι και έχουν κακή υγεία
ii. Έχουν σύγχυση και πάσχουν από άνοια
iii. Είναι κατά το πλείστον απομονωμένοι και νιώθουν μοναξιά
iv. Είναι φτωχοί, μη παραγωγικοί και επιβαρύνουν οικονομικά την κοινωνία
v. Είναι σεξουαλικά αδρανείς και ψυχροί (Slater, 2003)
Και ακόμα απόψεις όπως:
α. Το τραύμα της συνταξιοδότησης: Που σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι από την στιγμή που παύουν να βρίσκονται στην παραγωγική διαδικασία θα εμφανίσουν πλήξη, φτωχή διατροφή, και μοναξιά. ένας μύθος που για πολλά χρόνια ήταν αποδεκτός και από τους κοινωνικούς επιστήμονες και σήμερα υποστηρίζεται ότι αφορά μόνο μια μικρή μειονότητα ηλικιωμένων
β. Η ιστορία της περιφρόνησης των αδυνάτων: Όπου στην δυτική κουλτούρα η νεότητα εξιδανικεύεται και οποιοσδήποτε δεν συμμετέχει στην παραγωγική διαδικασία περιφρονείται όπως οι ανάπηροι αλλά και οι ηλικιωμένοι
Υγιής γήρανση σημαίνει περισσότερο ενεργούς ηλικιωμένους πολίτες, ανεξάρτητους και παραγωγικούς (ακόμη και με τη στενή έννοια του όρου). Άτομα που συμμετέχουν στα δρώμενα της τοπικής κοινότητας στην οποία διαμένουν, διεκδικούν ολοένα και περισσότερα δικαιώματα και υπηρεσίες που είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες τους, τις αρχές τους, στην ηλικία τους. Επιπρόσθετα, θέτουν λιγότερα βάρη πάνω στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, στις νοσηλευτικές και κοινωνικές υπηρεσίες, αφήνοντας διαθέσιμα ποσά για προγράμματα στην κοινότητα και παροχής υπηρεσιών στο σπίτι.
Συνοψίζοντας, ο στόχος της υγιούς γήρανσης προσφέρει διττό όφελος: κοινωνικό και οικονομικό, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα και αναμένεται ότι θα αποτελέσει τον θεμέλιο λίθο των πολιτικών υγείας, πρόνοιας και κοινωνικής ασφάλισης στα χρόνια που ακολουθούν. Σαφώς δεν είναι ένας στόχος που εύκολα μπορεί να επιτευχθεί ανέξοδα, χωρίς κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό σχεδιασμό και προγράμματα σε ένα μεγάλο πλήθος υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας. Παρ' όλα αυτά είναι ένας στόχος που δεν είναι απλά επιθυμητό να πετύχουμε αλλά είναι αναγκαίο! Αναγκαίο διότι μόνο έτσι θα διασφαλίζουμε και θα ακολουθούμε τις επιταγές του Συντάγματος και της όποιας ηθικής, θα έχουμε τη δυνατότητα εξασφάλισης πόρων για άλλες υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας, θα μπορούμε να υποστηρίζουμε ότι το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης βρήκε έναν ακόμη τρόπο να συντηρηθεί χωρίς κλυδωνισμούς τα επόμενα χρόνια. Πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι με τον τρόπο αυτό συντελούμε στην καταπολέμηση μιας σειράς από προκαταλήψεις και στερεότυπα που θέλουν τους ηλικιωμένους μη παραγωγικούς και μονάχα ένα βάρος για τους δικούς τους, την κοινότητα διαμονής τους και την κοινωνία γενικότερα και – για το λόγο αυτό – κατακριτέους!