Η στιγμή της ενημέρωσης ενός ανθρώπου για την απρόσμενη απώλεια ενός μέλους της οικογένειάς του είναι συνήθως είναι ολέθρια. Στη φάση αυτή κάθε άνθρωπος αντιδρά με διαφορετικό τρόπο: κάποιοι φωνάζουν δυνατά, άλλοι απομονώνονται και δεν επικοινωνούν με κανένα, ενώ κάποιοι δυσκολεύονται να το πιστέψουν και αμφιβάλλουν ή εξετάζουν την περίπτωση κάποιου λάθους. Η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου από τροχαίο ατύχημα είναι ίσως η πιο επώδυνη εμπειρία που μπορεί να βιώσει μία οικογένεια. Όταν ένα παιδί χάνει ξαφνικά τον πατέρα, τη μητέρα ή τον αδερφό του ή όταν ένας γονέας αποχωρίζεται το παιδί του με αιφνίδιο τρόπο χωρίς να έχει προετοιμαστεί ή να το έχει αποχαιρετήσει, τότε η ζωή του αλλάζει για πάντα. Ο ψυχικός πόνος και η απόγνωση που αισθάνονται οι συγγενείς θυμάτων από τροχαία ατυχήματα είναι τεράστιος και η παροχή υποστήριξης είναι αναγκαία προκειμένου οι άνθρωποι αυτοί να αντιμετωπίσουν σε ψυχολογικό αλλά και πρακτικό επίπεδο τις αλλαγές με τις οποίες έρχονται αντιμέτωποι.
Κατά τις πρώτες εβδομάδες μετά την απώλεια του αγαπημένου προσώπου, τα μέλη της οικογένειάς αρχίζουν να υποφέρουν από βασανιστικές, επαναλαμβανόμενες σκέψεις και επώδυνες φυσιολογικές αντιδράσεις. Οι πιο συχνές από αυτές τις σκέψεις αφορούν τις συνθήκες που οδήγησαν στο θάνατο του αγαπημένου προσώπου και στο τι θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά προκειμένου να αποφευχθεί το ατύχημα που προκάλεσε το θάνατο.Ταυτόχρονα με όλες αυτές τις σκέψεις, κυρίαρχο συναίσθημα σε αυτή τη φάση είναι ο θυμός. Θυμός γι’ αυτούς που «έφταιξαν» ή θυμός ακόμη και για καθημερινά μικροπράγματα που παλιότερα φαίνονταν τόσο απλά. Όλα αυτά τα επώδυνα συναισθήματα δημιουργούν πάρα πολύ μεγάλη ένταση και στο σώμα. Τα πιο συνηθισμένα ψυχοσωματικά συμπτώματα που εκδηλώνουν οι πενθούντες θυμάτων από αιφνίδιο θάνατο είναι η έντονη ταχυκαρδία, η αυξημένη πίεση, οι τάσεις ζαλάδας ή λιποθυμίας, η υπερβολική εφίδρωση, το τρέμουλο, η αίσθηση πνιγμού, οι πονοκέφαλοι, διάφορα προβλήματα στο στομάχι κ.α.
Μετά τον πρώτο μήνα της απώλειας οι αντιδράσεις του πενθούντα παύουν να είναι τόσο έντονες. Στη φάση αυτή αναμένεται η οικογένεια να είναι πλέον σε θέση να διαχειριστεί με πιο λειτουργικό τρόπο τις συναισθηματικές αντιδράσεις και τις σκέψεις της για την απώλεια του αγαπημένου προσώπου. Ωστόσο τα συναισθήματα της θλίψης παραμένουν.
Πότε τα συμπτώματα του πένθους γίνονται ανησυχητικά;
Μέχρι και τον δεύτερο-τρίτο μήνα μετά την απώλεια ενός μέλους της οικογένειας σε τροχαίο ατύχημα ή άλλη μορφή αιφνίδιου θανάτου, όλες οι παραπάνω αντιδράσεις είναι αναμενόμενες, φυσιολογικές και απολύτως δικαιολογημένες. Γι’ αυτό το λόγο το κοντινό περιβάλλον πρέπει με διακριτικό τρόπο να ενθαρρύνει και να μην επικρίνει την εκδήλωσή τους και φυσικά να τις θεωρεί παροδικές.Τα πιο ανησυχητικά συμπτώματα που εκδηλώνουν οι πενθούντες μετά το δεύτερο-τρίτο μήνα της απώλειας του αγαπημένου τους. Τα συγκεκριμένα συμπτώματα «κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου» και καθιστούν αναγκαία την αναζήτηση ιατρικής και ψυχολογικής βοήθειας εάν συνεχίζουν να είναι εμφανή για πάνω από ένα τρίμηνο μετά την απώλεια. Τα συμπτώματα αυτά είναι τα εξής:
- η υπερβολική ευερεθιστότητα
- τα πολύ έντονα ξεσπάσματα θυμού και πικρίας
- συνεχείς αϋπνίες και πολύ συχνοί εφιάλτες
- συνεχές αίσθημα αδικίας για το χαμό του αγαπημένου προσώπου
- σχυρό αίσθημα προσωπικής ευθύνης για το θάνατό του
- αίσθηση ότι ο κόσμος έχει καταρρεύσει τελείως
- επαναλαμβανόμενες σκέψεις σχετικά με την απώλεια που δεν επιτρέπουν την αφοσίωση ή τη συγκέντρωση σε σημαντικές προσωπικές εργασίες
- πλήρης αποστασιοποίηση από κάθε κοινωνική επαφή
- πτώση της λειτουργικότητας του ατόμου σε πολύ βασικούς τομείς όπως η εργασία ή η φροντίδα των παιδιών
- αισθήματα ματαιότητας για το μέλλον και σκέψεις του τύπου «ποιο είναι το νόημα όλων αυτών;» κ.α.
Στόχος της ψυχολογικής υποστήριξης που παρέχεται σε αυτές τις περιπτώσεις δεν είναι να «ξεχάσει» ο συγγενής το συμβάν ή να καταστείλει τα επώδυνα συναισθήματα που βιώνει αλλά να τα εκφράσει και να τα εκτονώσει με λειτουργικό τρόπο σε ένα ασφαλές περιβάλλον, προκειμένου να μπορέσει να συνεχίσει τη ζωή του με τον πλέον ομαλό τρόπο.