Μία απ' τις μείζονες ανάγκες που ανακύπτουν συχνά στις σχέσεις των ανθρώπων είναι η ανάγκη της καλής θέλησης. Η ανάγκη μέσα από αυτή την θέληση να δούμε με νέο τρόπο τον εαυτό μας και τους άλλους, να εκφράσουμε μια νέα δυναμική και πρόθεση, να εξανθρωπίσουμε περισσότερο τα κίνητρά μας. Η επίκληση όμως της καλής θέλησης υπό την αοριστία μπορεί να αποβεί και μια μη αποδοτική προσέγγιση. Η καλή θέληση πρέπει να είναι και ισχυρή και να συγκεκριμενοποιείται σε στόχους ενώ παραμένει σαν γενική και καθοριστική διάθεση. |
Η καλή θέληση λοιπόν πρέπει να συνδεθεί με μια θέση παραίτησης από την συμπεριφορική και ψυχολογική σκλήρυνση. Παράλληλα πρέπει να εστιαστεί σε συγκεκριμένα πεδία, με ένα πνεύμα συν ενετικό και ενωτικό. Στην διάρκεια της νέας εποχής στον βαθμό που θέλουμε να αλλάξουμε και να αναδείξουμε το καλύτερο, θα πρέπει να συνδυάσουμε λοιπόν την καλή θέληση με τις καλές πρακτικές όπως αυτές που αφορούν την ίδια την θέληση, τις σχέσεις, που συνδέονται με την θετική αλληλεπίδραση. Ο δρόμος λοιπόν της καλής θέλησης για να μην γίνεται δρόμος ή άλλοθι μέσα από τις αποτυχίες και μέσα από την υποκρισία που πολλές φορές κρύβεται στην επίκληση καλής θέλησης, για να είναι πραγματική, δηλαδή η καλή θέληση για να μην οδηγείται σε αδιέξοδα, πρέπει να συνοδεύεται από καλές πρακτικές με βάση την λογική και από καλή οργάνωση της ψυχικής διάθεσης και των συναισθηματικών αποθεμάτων της. Η καλή θέληση πρέπει να ισορροπεί και να καινοτομεί δημιουργικά ανατρέποντας το ψυχολογικό κλίμα, το πεδίο και τις συνθήκες δράσης. Στα ζητήματα λοιπόν των σχέσεων που η καλή θέληση είναι προαπαιτούμενη πρέπει να συνδεθούν με μια αναζωογόνηση μ' ένα νέο κύκλο ιδεών και συναισθημάτων σε όλα τα επίπεδα για να υπάρξουν τα επιθυμητά αποτελέσματα αυτής της δράσης. |